Στο δρόμο προς το σπήλαιο των Νυμφών , εάν ο ήλιος κτυπά τις πέτρες του χωματόδρομου,εύκολα ξεγελιέται κανείς και νομίζει πως αυτός είναι σπαρμένος με… γυαλιά. Είναι τα κρυσταλλοπαγή πετρώματα της περιοχής, που λάμπουν στον ήλιο. Ίσως απ’ αυτά να επήρε το όνομα Λαμπτραί η αρχαία πόλις της περιοχής της Βάρης!
Κάποιοι συνεχίζουν να κατέρχονται στο σπήλαιο, να αφήνουν λουλούδια και κρυσταλλόπετρες στον βωμό και να κάνουν μάλλον διάφορες τελετές.
Από τα ορφικά ακόμη, μας είναι γνωστή η σημασία των κρυστάλλων στην ενέργεια ενός χώρου.
Το σπήλαιο του Νυμφολήπτου βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του Υμηττού, στη Βάρη και είναι γνωστό από τον Παυσανία, με ανάγλυφα και λαξεύματα στα τοιχώματά του. Το σπήλαιο ήταν αφιερωμένο στον θεό Πάνα – υπέρ του οποίου υπήρχε και υπάρχει, βωμός από τον 4ο αι. π.Χ. – στις Νύμφες / Χάριτες, τον Απόλλωνα και την Ρέα.
Εδώ έφεραν βρέφος οι γονείς του, τον Αριστοκλή – μετέπειτα φιλόσοφο γνωστό ως Πλάτωνα – ίνα τον αφιερώσουν στις νύμφες…
Η χρήση του ιερού διήρκεσε περίπου μεταξύ 600-150 π.Χ., αλλά επανήλθε τον 4ο αι. μ.Χ., όπως φαίνεται από νομίσματα της εποχής του Μ. Κωνσταντίνου, ενώ στους βυζαντινούς χρόνους μετατράπηκε σε εκκλησία. Το σπήλαιο του Νυμφολήπτου τεκμηριώνει την αδιάλειπτη συνέχεια της χρήσης των σπηλαίων και την προσαρμογή τους στις μεταβαλλόμενες ιδεολογικές συνθήκες και λατρείες.
Η είσοδος στο σπήλαιο γίνεται από άνοιγμα στο έδαφος και βαραθρώδη κάθοδο. Στην κύρια αίθουσα του σπηλαίου, όπου εντοπίζεται και ο λατρευτικός χώρος, υπάρχουν λαξευμένα σκαλοπάτια και ανάγλυφες παραστάσεις στα τοιχώματα, καθώς και λαξεύματα για την τοποθέτηση αναγλύφων.
Ο Αρχέδημος, που ήταν λιθοξόος κατοικούσε στο σπήλαιο, διακόσμησε τον χώρο με λαξεύματα και ανάγλυφα, διαμόρφωσε άλσος στην είσοδό του και τελούσε ιεροπραξίες προς τιμή κυρίως των Νυμφών. Σύμφωνα με επιγραφή του σπηλαίου, ο “Αρχέδημος ο Θηραίος, ο νυμφόλυπτος, φραδαίσι νυμφών τάντρον εξηργάξατο”, δηλαδή μετέτρεψε τη σπηλιά σε ιερό Νυμφών, ενεργώντας υπό την επήρειά τους.
Το κυριότερο ανάγλυφο του σπηλαίου απεικονίζει τον ίδιο με σφυρί και σμίλη, τα εργαλεία της τέχνης του, αλλά με παράξενη στάση του σώματος, με τον κορμό και τα πόδια στραμμένα προς το εσωτερικό της σπηλιάς, ενώ το κεφάλι του κοιτάει προς την έξοδο.
Δίπλα στο ανάγλυφο του Αρχεδήμου υπάρχει ναόσχημο λάξευμα με αέτωμα στο πάνω μέρος και την επιγραφή ΠΑΝΟΣ, που υποδηλώνει ότι προφανώς προοριζόταν για την υποδοχή αναθημάτων σχετικών με τον Πάνα.
Έκτοτε το σπήλαιο αποτέλεσε χώρο άσκησης εντατικής λατρείας. Εγκαταλείφθηκε ξαφνικά στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. Άρχισε να χρησιμοποιείται πάλι από τους νεοπλατωνικούς κατά την εποχή του Ιουλιανού του Παραβάτη (4ο αιώνας μ.Χ.) και μέχρι τα τέλη του ίδιου ή τις αρχές του 5ου αιώνα, οπότε σταματά οριστικά η λειτουργία του ως λατρευτικού χώρου.
Αργότερα επιχειρήθηκε χωρίς επιτυχία, να μετατραπεί σε χριστιανικό ασκητήριο.
Το σπήλαιο επισκέφθηκε για πρώτη φορά το 1765 ο περιηγητής Raymond Chandler και έκτοτε αποτέλεσε τόπο επίσκεψης όλων των ξένων περιηγητών που περνούσαν από την Αττική (Foucherot, Fauvel, Gell, Dodwell, Ross, Curtius, Kaupert, Leake). Ανάμεσα στους επισήμους επισκέπτες του συγκαταλέγονται ο λόρδος Βύρων (το 1810) και ο Όθων με την Αμαλία (το 1843)!..
Ανασκαφική έρευνα διενεργήθηκε στο σπήλαιο το 1901 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, υπό την διεύθυνση του C. H. Weller. Πρόκειται για μικρό δίχωρο σπήλαιο μείζονος αρχαιολογικής σπουδαιότητας . Η μεγάλη αρχαιολογική αξία έγκειται στο ότι είναι ίσως το μοναδικό στην Ελλάδα που έχει σκαλισμένα αγάλματα (ανάγλυφα ) στο εσωτερικό του.
Κατά τις ανασκαφές του σπηλαίου το 1902 , ήρθαν στο φως εκατοντάδες λυχνάρια, αφιερώματα και ανάγλυφα που χρονολογούνται από τις αρχές του 5ου έως τον 2ο αι. π.Χ. και στον 4ο αι. μ.Χ.
Πολλά από τα ανάγλυφα είναι σπηλαιόμορφα, αναπαριστούν δηλαδή την εικόνα ενός σπηλαίου.
Ένα ανάγλυφο απεικονίζει τις τρεις Νύμφες στο εσωτερικό και στο πλαίσιο του αναπαριστώμενου βράχου, σε μικρότερες μορφές, τον τραγοπόδαρο Πάνα (δεξιά) και προσωποποίηση του ποταμού Αχελώου (αριστερά).
Ο Παν κατέχει κύρια θέση στη λατρεία του σπηλαίου, όπως φαίνεται από τις ανάγλυφες αναπαραστάσεις του στον σταλαγμίτη της εισόδου και σε διάφορα σημεία, από τις επιγραφές που τον αναφέρουν, αλλά και από τη συχνή απεικόνισή του στα κινητά ανάγλυφα. Σε ένα σπηλαιόμορφο ανάγλυφο που απεικονίζει τρεις Νύμφες και τον Ερμή στο εσωτερικό του, ο Παν παίζει σύριγγα στο επάνω μέρος του σχηματικά αποδοσμένου βράχου.
Τρία σπηλαιόμορφα μαρμάρινα αφιερωματικά ανάγλυφα, που βρέθηκαν στο σπήλαιο, εκτίθενται στη Συλλογή Γλυπτών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Συνηθιζόταν στα αρχαία χρόνια, οι νεόνυμφοι να επισκέπτονται το σπήλαιο και να αφιερώνουν σε αυτό (ευρέθησαν αναθήματα, επιγραφές κ.ά.), που επίσης ευρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Το σπήλαιο «ανήκει» στην Σχολή Ευελπίδων και θα πρέπει κανείς να πάρει σχετική άδεια για να το επισκεφθεί.
Πηγές :
Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού All Rights Reserved
Συντάκτης
Αλεξάνδρα Μαρή, αρχαιολόγος
http://odysseus.culture.gr/h/2/gh251.jsp?obj_id=9841
www.gistor.gr
www.lekakis.com
Chandler, Richard D. D. (1776). Travels in Greece: or an Account of a Tour Made at the
Expense of the Society of Dilettanti. Οξφόρδη, σελ. 150–155.
Weller, Charles Heald (1903). «The Cave at Vari. I. Description, Account of Excavation, and
History». American Journal of Archaeology 7 (3): 263–288.
Κτήμα Μαρτίδη ©2022